Menu

 

OXE LOGO

StratPlanMain

KANKATH

 SXEDIO2 

kanali you kal

AdespotaIstoselida

eservices

 

MainImageOt

 

discover site

 

Ιστορία

Η Άνω Βλασία από την Τουρκοκρατία μέχρι σήμερα

Η μακραίωνη ιστορία του αχαϊκού χωριού ξεκινάει από τη... Ρούμελη! Και συγκεκριμένα από το χωριό Άγιος Βλάσιος, που βρίσκεται χτισμένο στους βορινούς πρόποδες του Παναιτωλικού όρους, στην Αιτωλοακαρνανία, ψηλά πάνω από τις τεχνητές λίμνες Κρεμαστών και Καστρακίου. Στις αρχές του 16ου αιώνα βέβαια ο τόπος δεν ήταν ίδιος και η ζωή ήταν πολύ πιο δύσκολη απ΄ ό,τι σήμερα Τα πάντα βρίσκονταν βυθισμένα στο σκοτάδι της Τουρκοκρατίας και όταν η κατάσταση έγινε δυσβάσταχτη μια ομάδα Αγιοβλασίτες μάζεψαν τις οικογένειες τους, τα κοπάδια τους και τα πενιχρά τους υπάρχοντα, πήραν μαζί τους την ευχή του πολιούχου τους Αγίου Βλασίου και κατηφόρισαν να βρουν τη νέα τους πατρίδα.
Η περιπλάνηση τους έφερε στους πρόποδες του Ερύμανθου, κάπως μακριά από τη βαρβαρότητα αγάδων και λοιπών παρατρεχάμενων του τούρκικου καθεστώτος. Ήταν εξάλλου και πιο ευνοϊκές οι συνθήκες για τους Έλληνες στην Πελοπόννησο την περίοδο από το 1684 έως το 1714 όταν, μετά τον έκτο βενετοτουρκικό πόλεμο και τη συνθήκη του Κάρλοβιτς, η Πελοπόννησος πέρναγε στα χέρια των Βενετών, τα οποία ήταν σαφώς καλύτερα από τα χέρια των Τούρκων. Οι περιπλανώμενοι νομάδες από την ορεινή Αιτωλοακαρνανία έκαναν το σταυρό τους, διάλεξαν έναν απότομο λόφο με κοφτερά βράχια για να χτίσουν τα σπίτια τους. και πριν απ΄ όλα έχτισαν την εκκλησιά τους μεταφέροντος στο καινούριο τους χωριό τις ιερές παρακαταθήκες από το παλαιό - τον Άγιο Βλάσιο, δηλαδή ο οποίος, κατά το βίο των αγίων, εκτός από επίσκοπος Σεβαστείας ήταν (και είναι) και προστάτης όλων των ποιμένων της Βαλκανικής και της Ρωσίας.
Ο Άγιος Βλάσιος λοιπόν μεγαλόθυμα έδωσε το όνομα του στο καινούριο χωριό, τη Βλασία. Ο αρχικός πυρήνας του χωριού ήταν στο σημείο που βρίσκεται η σημερινή Κάτω Βλασία, στην οποία ακόμη και σήμερα μπορεί ο ταξιδιώτης να διακρίνει την ανασφάλεια εκείνων των πρώτων οικιστών: Το χωριό θυμίζει ένα προστατευμένο κάστρο, τα σπίτια κλιμακωτά χτισμένα στον απότομο λόφο είναι δυσπρόσιτα, στα ριζά του απότομου βράχου βουίζουν τα νερά του Σελινούντα και στην κορυφή -στην ακρόπολη- δεσπόζει η ιερή κοιτίδα του χωριού, η εκκλησία του Αγίου Βλασίου Ακριβώς ουδείς γνωρίζει πότε κάποιοι Κατωβλασίτες ανηφόρισαν στη γειτονιά των ελάτων και εγκαταστάθηκαν εκεί όπου δημιουργήθηκε αργότερα η Άνω Βλασία (οι παραδόσεις μιλούν για μισό αιώνα αργότερα από την αρχική εγκατάσταση, αλλά κανείς δεν ξέρει).
Ο αρχικός πυρήνας της Άνω Βλασίας ήταν μόλις μια οικογένεια, αν και οι παραδόσεις αναφέρουν ότι εδώ υπήρχε ένας μικρός κτηνοτροφικός οικισμός, ο Δαμαλάς. όνομα που είχε πάρει από τα πολυπληθή κοπάδια βοοειδών που είχαν οι κάτοικοι του. Όπως και να έχει, με τα χρόνια οι απότομες πλαγιές του βουνού γέμισαν ανθρώπους, μαστόροι από τα ξακουστά Λαγκάδια αλλά και από την Ήπειρο έχτισαν τα καλοκαμωμένα πέτρινα σπίτια τους, και στις αρχές του 18ου αιώνα η Βλασία αριθμούσε περίπου 900 κατοίκους. Κατά τη συντριπτική τους πλειοψηφία οι κάτοικοι ήταν κτηνοτρόφοι, αφού τα ορεινά λιβάδια του Ερύμανθου ήταν πρώτης τάξεως βοσκοτόπια. Οι Βλασιώτες καλλιεργούσαν πολλή φακή και φασόλια, είχαν μεγάλα χωράφια με ζουμερές μηλιές και ψηλές καρυδιές και σχεδόν σ΄ όλες τις πεδινές εκτάσεις είχαν πολύ καλά αμπέλια.
Ο χειμώνας του Ερύμανθου όμως είναι πολύ βαρύς και η ζωή ήταν αρκετά δύσκολη για τους Βλασιώτες Σκέφτηκαν τότε να ξεχειμωνιάζουν σε πιο πεδινά μέρη και την περίοδο μετά την Ελληνική Επανάσταση μερικές οικογένειες, με επικεφαλής τον Ανωβλασιώτη προύχοντα και αγωνιστή του 1821 Νικόλαο Καράμπελα, κατηφόρισαν στους κάμπους της Κάτω Αχαγιάς [Αχαΐας), στην Άρλα και το Σαντομέρι (Σανταμέρι), για να περνούν εκεί το χειμώνα μετά κοπάδια τους.
Με τα χρόνια άρχισαν να νοικοκυρεύουν τα χωράφια της περιοχής καλλιεργώντας κυρίως σταφιδάμπελα και ελιές. Η από κάθε άποψη πιο βολική νέα περιοχή άρεσε πολύ στους περιπλανώμενους κτηνοτρόφους και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στον κάμπο (που οπό τότε ονομάστηκε Άγιοβλασίτικα) δημιουργώντας τα χωριά Σπαρτούλα, Λεύκος και Κάπελη. Στην παλιά τους πατρίδα επέστρεφαν πια τα δροσερά καλοκαίρια, γι΄ αυτό οι μόνιμοι Ανωβλασιώτες τους βάφτισαν «μεταβατικούς» - ακόμη και σήμερα οι γέροντες του χωριού έτσι τους λένε!

Η Επανάσταση του 1821 και το σπήλαιο του Ταξιάρχη

Τα ταραγμένα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης η Άνω Βλασία, όπως όλοι σχεδόν οι ορεινοί οικισμοί της Πελοποννήσου. ήταν το θέατρο επεισοδιακών συγκρούσεων, τέτοιων που βρίσκονται γραμμένες μόνο στις υποσημειώσεις της ιστορίας. Το 1827 οι 3.000 Τούρκοι του Δελή Αχμέτ Πασά χτύπησαν στη Βλασία τους επαναστάτες του Πετμεζά, του Νέζου του Δαγρέ και του Ιατρού, και τους διέλυσαν στα υψώματα γύρω από τη Μονή Αγίου Νικολάου. Στην Άνω Βλασία έδρασε μια από τις πλέον σκοτεινές προσωπικότητες στην Ελληνική Επανάσταση, ο εκ της γειτονικής Ζουμπάτας καταγόμενος και κάποτε γενναίος οπλαρχηγός αλλά -φευ!- στο τέλος προδότης Δημήτριος Νενέκος, ο οποίος, μεταξύ άλλων, έπεισε και τους επαναστατημένους κατοίκους της Βλασίας να προσκυνήσουν τον πολύ(!) Ιμπραήμ. (Ο Ιμπραήμ είχε ανταμείψει πλουσιοπάροχα τον Νενέκο, ούτως ώστε το όνομα του μέχρι σήμερα να μείνει συνώνυμο της εθνικής προδοσίας!) Η πιο εξέχουσα μορφή της Άνω Βλασίας στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821 ήταν αναμφίβολα ο Νικόλαος Καράμπελας, ο επικεφαλής των Ανωβλασιτών στο μετοικισμό τους στα πεδινά της Κάτω Αχαγιάς.
Ο Καράμπελας πολέμησε ως βαθμοφόρος μαζί με τον Κολοκοτρώνη και τους Ανωβλασιώτες του στη μάχη του Αγίου Ταξιάρχη, έξω από την Άνω Βλασία(πιθανότατα το 1826). Μέσα στα βράχια του Ταξιάρχη υπάρχει ένα ευρύχωρο σπήλαιο όπου είχαν κλειστεί τα γυναικόπαιδα της Βλασίας. Ο στρατός του Ιμπραήμ, παρά τις λυσσαλέες επιθέσεις, δεν κατάφερε να κάμψει τους άντρες του Καράμπελα και του Κολοκοτρώνη, τα γυναικόπαιδα γλίτωσαν το χαμό και οι Τούρκοι, επειδή δεν μπόρεσαν να περάσουν μέσα από την κοιλάδα του Σελινούντα και να βγουν στο Λιβαρτζινό διάσελο με σκοπό να φτάσουν στα Τριπόταμα, έχασαν πολύτιμο χρόνο. Εκείνα τα χρόνια στη Βλασία είχαν στρατοπεδεύσει δυνάμεις επαναστατών του γενναίου Κολοκοτρώνη, οι οποίες προσπαθούσαν να ξεμπερδέψουν με τους προσκυνημένους της περιοχής που είχε δημιουργήσει η προδοτική δράση του Νενέκου. Εκτός από τον Νικόλαο Καράμπελα, οι κρυφές σελίδες της ιστορίας των Αγιοβλασιωτών αγωνιστών διέσωσαν τα ονόματα των Αθανάσιου Οικονόμου, Γεώργιου Αυγερόπουλου, Σπυρίδωνα Σταματόπουλου και Νικόλαου Γεροντόπουλου. Κάθε χρόνο του Ευαγγελισμού, τα λουλούδια της ελεύθερης Βλασίας ανθίζουν σίγουρα και γι΄ αυτούς...

Η απελευθέρωση και το «μπακαλιό»

Μετά την απελευθέρωση η Άνω Βλασία ακολούθησε τη μοίρα της υπόλοιπης ελεύθερης Πελοποννήσου. Ήταν πάντα ένα θαυμάσιο ορεινό χωριό, γεμάτο ζωή, με υπέροχο κλίμα, δροσερά νερά και χιλιάδες γιδοπρόβατα που συντηρούσαν μια εύρωστη κτηνοτροφική οικονομία. Οι Ανωβλασιώτες βοσκοί με το άφθονο γάλα των κοπαδιών τους έφτιαχναν ολόπαχες φέτες, βούτυρα, ανθότυρα και τις πικάντικες φρουμαέλλες. Τα τυριά αυτά τα έπηζαν στις στάνες τους -στα «γρέκια», όπως τις λένε στο χωριό-και μετά τα κατέβαζαν στο «μπακαλιό» (ή μπακάλικο), το ιδιόμορφο τυροκομείο του Λιβάνη (τα πέτρινα ερείπια υπάρχουν ακόμη σήμερα μέσα στα πουρνάρια, στους πρόποδες του βουνού), απ\\\' όπου τα διάσημα τυριά της Άνω Βλασίας φορτωμένα σε μουλάρια έπαιρναν το δρόμο για την αγορά της Πάτρας.
Τα χρόνια εκείνα, μαζί με τα όσπρια και τα μυρωδάτα μήλα, η πιο δυναμική καλλιέργεια στην Άνω Βλασία ήταν τα αμπέλια. Πάμπολλα Ανωβλασίτικα στρέμματα στον κάμπο μέχρι το Μάνεσι ήταν γεμάτα αμπέλια που το καλοκαίρι ήταν φορτωμένα με μαυρούδι, σταυρούδι, κορίθι, ασπρούδες διάφορες, βολίτσα και μουσκούδι, σταφύλια σε ποικιλίες σχεδόν άγνωστες σήμερα. Το δε κρασί που έβγαζαν αυτά τα αμπέλια ήταν εξαιρετικό και διάσημο σε σημείο που τράβηξε το ενδιαφέρον του Gustav Clauss από την Πάτρα, ο οποίος ήθελε να χτίσει στη Βλασία οινοποιείο, αλλά δεν τα βρήκε με τους ντόπιους και κατέληξε στα Δεμέστιχα. Τα αμπέλια της Άνω Βλασίας ήταν ολιγοπότιστα, γι΄ αυτό το κρασί τους ήταν βαρύ, αρωματικό και δυνατό (για να το πιουν έριχναν και νερό στα βαρέλια!), η κορυφαία ποικιλία δε ήταν το κορίθι, για το οποίο οι σημερινοί γέροντες της Άνω Βλασίας λένε πως ήταν για τα υπόλοιπα σταφύλια ό,τι το βούτυρο στο γάλα! Δυστυχώς τα αμπέλια της Βλασίας λόγω του πετρώδους εδάφους είχαν πολύ ρηχές τις ρίζες, οπότε όταν μεταπολεμικά άρχισε ευρεία χρήση φυτοφαρμάκων (για να λιγοστέψει ο κόπος του σκαψίματος και του ξεχορταριάσματος των αμπελιών), μαζί με τα ζιζάνια χάθηκαν και τα αμπέλια. Σταδιακά μετά το 1960 η αμπελοκαλλιέργεια έφθινε μέχρι που σήμερα έπαψε εντελώς.
Τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα η ανωβλασιώτικη οικονομία ενισχύθηκε από τη λειτουργία ορυχείων από τα οποία η γερμανική εταιρεία που τα εκμεταλλεύονταν μέχρι το 1939 εξόρυσσε υπεροξείδιο του μαγγανίου. Η επεξεργασία του μεταλλεύματος γινόταν στις πηγές στο Σουλινάρι και μετά. φορτωμένο σε μουλάρια, κατέβαινε ως τον κεντρικό δρόμο για να φορτωθεί στα φορτηγά Βέβαια όλες αυτές οι δραστηριότητες δεν ήταν αρκετές για να τους θρέψουν όλους και έτσι πολλοί Ανωβλασιώτες πήραν το δρόμο της ξενιτιάς με προορισμούς κυρίως την Αίγυπτο και την Αμερική. Ελάχιστοι επέστρεψαν μόνιμα, ενώ οι πιο εύποροι από τους Ανωβλασιώτες ομογενείς βοήθησαν όσο μπορούσαν την ιδιαίτερη πατρίδα τους Έτσι, με χρήματα που έστειλαν οι οικογένειες Γκρέκα και Καραμεσίνη από την Αμερική, υδροδοτήθηκε για πρώτη φορά η Άνω Βλασία το 1931.

Τελευταία τροποποίηση στιςΠαρασκευή, 12 Ιουλίου 2013 12:08
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Άνω Βλασία Αξιοθέατα »
επιστροφή στην κορυφή

Ο ΔΗΜΟΣ

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ