Menu

 

OXE LOGO

StratPlanMain

KANKATH

 SXEDIO2 

kanali you kal

AdespotaIstoselida

eservices

 

MainImageOt

 

discover site

 

Με επιτυχία έληξαν οι εργασίες του διήμερου ιστορικής μνήμης στα Καλάβρυτα

Με επιτυχία έληξαν οι εργασίες του διήμερου ιστορικής μνήμης το Σαββατοκύριακο 24 & 25 Απριλίου 2010 που πραγματοποιηθήκαν στην αίθουσα εκδηλώσεων του «Αρχοντικού της Παλαιολογίνας» στα Καλάβρυτα.

Το πρώτο μέρος του που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα του Σαββάτου, με κεντρικό θέμα: «67 χρόνια από το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα:

Ερωτήματα, προβλήματα και προοπτικές έρευνας μιας ταραγμένης δεκαετίας», ήταν συνδιοργάνωση της Δημοτικής Πολιτιστικής Επιχείρησης (Δ.Ε.Π.Α.ΠΟ.Ζ.) του Δήμου Καλαβρύτων και των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (Α.Σ.Κ.Ι.), γεγονός που άνοιξε μια ακόμα πιο ενδιαφέρουσα πτυχή στη συζήτηση σχετικά με την συμπλήρωση και οργάνωση των Καλαβρυτινών ιστορικών αρχείων.

Στο χαιρετισμό του ο Δήμαρχος Καλαβρύτων, κ. Γεώργιος Λαζουράς, αναφέρθηκε στο Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα, στο δράμα που ακολούθησε την τραγωδία αλλά και στο ρόλο του Δημοτικού Μουσείου Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, το οποίο αποτελεί Κιβωτό Μνήμης και κέντρο συλλογής και διάσωσης ιστορικών στοιχείων. Ευχαριστώντας τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας για τη συμβολή τους τόνισε ότι 67 χρόνια μετά οι μνήμες παραμένουν ζωντανές και ότι η συγκεκριμένη εκδήλωση συμβάλει στην κατεύθυνση της ανάδειξης των διαστάσεων του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος και έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά προγενέστερων συνεδρίων και συζητήσεων γύρω από τα γεγονότα της 13ης Δεκεμβρίου 1943, του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της κατοχής.

Για το κεντρικό θέμα της εκδήλωσης αναπτύχθηκαν τέσσερις διαδοχικές εισηγήσεις από τους ιστορικούς-πανεπιστημιακούς καθηγητές Ιωάννα Παπαθανασίου, Χάγκεν Φλάϊσερ, Προκόπη Παπαστράτη και Ηλία Νικολακόπουλο.

Στις υψηλού επιπέδου ομιλίες τους, τέσσερις οι εισηγητές περιέγραψαν το σύγχρονο τοπίο της ιστορικής έρευνας, τις τάσεις που τη διατρέχουν αλλά και το γενικότερο επιστημονικό πλαίσιο που μπορεί να ακολουθήσει η περαιτέρω έρευνα για το Καλαβρυτινό ολοκαύτωμα, τις ακριβείς διαστάσεις αλλά και τις ευρύτερες συνέπειες του.

Συγκεκριμένα η κ. Παπαθανασίου αναφέρθηκε στις κοινωνικές επιπτώσεις και διαστάσεις που είχε το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα αλλά και στη διαμόρφωση συνείδησης διαφορετικών επιπέδων στις επόμενες γενιές. Η τοποθέτηση της κινήθηκε σε δυο σημεία. Το πρώτο αφορά την τιμή και ανάδειξη της τοπικής ιστορίας αλλά και τη συνέχεια της ιστορικότητας, δικαίως δηλαδή αποδίδεται ο τίτλος «Μαρτυρικά Καλάβρυτα», που προκύπτει από τις τραγικές συνέπειες του γεγονότος, και το δεύτερο σημείο της τοποθέτησης της αφορά τις τομές που προκάλεσε η λέξη «Ολοκαύτωμα» στην Καλαβρυτινή Κοινωνία. Εξετάζει δηλαδή τη συγχρονία της λέξης και την επεκτείνει στο μέγιστο δυνατό κοινωνικό της ανάπτυγμα. Και καταλήγει: «Ο ρόλος της ιστορίας είναι να μην στέκεται αδέκαστος κριτής του παρελθόντος και των κοινωνικών επιπτώσεων αλλά να συμβάλει στην κοινωνική αυτογνωσία και ευαισθητοποίηση».

Ο κ. Χάγκεν Φλάϊσερ στη συνέχεια αναφέρθηκε στη συμβολή των ΜΜΕ στη διαμόρφωση της Δημόσιας Ιστορίας και πως αυτή αντικατοπτρίζει τη μνήμη των θυμάτων, τα μυθεύματα των πολιτικών παρατάξεων και τη διαχείριση της ιστορίας από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Στην ταραγμένη δεκαετία ’40 - ’50 υπήρξε παραπληροφόρηση ή και ηθελημένη σιωπή από τα ΜΜΕ των πραγματικών γεγονότων, γεγονός που οφείλεται από τη μια στο όνομα της εγγύησης που προσέφερε ο ισχυρός στρατός της Γερμανίας στη Δύση αλλά, από την άλλη, στη απουσία συγκροτημένων αρχείων λόγω έλλειψης επισήμου ερευνητικού κέντρου στην Ελλάδα.

Ακολούθως ο κ. Παπαστράτης ανέπτυξε το ερώτημα: «Πως αναπτύσσεται η ιστοριογραφία της περιόδου 1940 - 1950 από τις πρώτες προσπάθειες μέχρι και σήμερα» για να καταλήξει στο προφανές ότι, δηλαδή, καταγραφεί και ενασχόληση των γεγονότων της περιόδου αυτής έχει στην πραγματικότητα ξεκινήσει από πολύ νωρίς, από όταν τα γεγονότα είναι ακόμα νωπά, απαίτηση μιας κοινωνίας που έχει ανάγκη να καταγράψει, να εξηγήσει, να κατανοήσει. Μιας κοινωνίας που έζησε διαδοχικά την έξαρση της νίκης, την ταπείνωση της ήττας, την αντίσταση, τη θηριωδία του κατακτητή, τη σύντομη ελπίδα στην Ελλάδα της απελευθέρωσης και την κατάβαση στον εμφύλιο πόλεμο. Βέβαια οι πολιτικές συνθήκες της εποχής εκείνης καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την καταγραφεί της ιστορίας, γεγονός που καθιστά την δουλειά του ερευνητή σαφώς δυσκολότερη αλλά συνάμα γοητευτικότερη.

Τέλος ο κ. Νικολακόπουλος, κλείνοντας τον κύκλο των εισηγήσεων, συμπληρώνει με την τοποθέτηση του την ιστορία της ιστοριογραφίας της δεκαετίας ’40- ’50. Αναφέρεται στις επιρροές της Αριστεράς και των εκάστοτε Κυβερνήσεων, στη συγγραφή και τη μαρτυρία των ιστορικών γεγονότων και της ιστορικής τεκμηρίωσης για να καταλήξει ότι τελικά επίσημο ερμηνευτικό σχήμα έχουμε μόλις τη δεκαετία του 1980, με την αναγνώριση της Ελληνικής Αντίστασης.

Η επομένη, Κυριακή το πρωί, ήταν αφιερωμένη στο έργο και την προσφορά του αείμνηστου Χέρμαν Φρανκ Μάγερ, το έργο του οποίου «Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα» έχει θεωρηθεί σταθμός στη μελέτη του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος. Οι πανεπιστημιακοί καθηγητές Νίκος Καραπιδάκης και Μιχάλης Παρούσης ανέλυσαν το έργο του Μάγερ και τη σημασία του, τονίζοντας όχι μόνο τις ιστορικές αλλά και τις ηθικές και φιλοσοφικές του προεκτάσεις. Για το ίδιο θέμα τοποθετήθηκαν ο Δήμαρχος Καλαβρύτων κ. Γεώργιος Λαζουράς και ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών κ. Σταύρος Κουμπιάς, δεδομένου ότι η εκδήλωση συνδιοργανώθηκε από το Δήμο Καλαβρύτων και το Πανεπιστήμιο Πατρών.

Ο κ. Κουμπιάς χαιρετίζοντας την εκδήλωση καλωσόρισε την οικογένεια Μάγερ στην Ελλάδα αλλά και στην πόλη των Καλαβρύτων και δήλωσε ότι το Πανεπιστήμιο της Πάτρας συμμετέχει γιατί ως ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα ενδιαφέρεται για την ιστορική έρευνα και αλήθεια. Επομένως δεν υιοθετεί αλλά και δεν απορρίπτει τίποτα χωρίς να αρθρώσει επιστημονικό λόγο.

Ο κ. Καραπιδάκης αναφερόμενος στο έργο του διαπιστώνει ότι ο Μάγερ αφιέρωσε τη ζωή του στην καταπολέμηση της έννοιας των λέξεων «αντίποινα» και «καταστροφή». Αποκαθιστά στα βιβλία του τη μνήμη των Ελλήνων - Θυμάτων της Γερμανικής θηριωδίας αλλά και των μεραρχιών της Κέρκυρας και της Κεφαλονιάς οι οποίες προσέφεραν στην καταπολέμηση αυτού που ο Σεφέρης ονομάζει «μηχανισμό καταστροφής» ή «το παράλογο του πολέμου». Ο Μάγερ, συνέχιζε ο κ. Καραπιδάκης, έζησε την εμπειρία της ιστορίας του έγραψε βιωματικά. Θα μπορούσε να έχει αποκρύψει πράγματα, να αποδειχτεί δειλός ή να περιοριστεί σε μια ανακριτικού τύπου αναζήτηση. Ήταν όμως στοχαστής των μηχανισμών του πολέμου και ταυτόχρονα ανθρωπολόγος. Διαχειρίστηκε και μετέφερε απόψεις - μαρτυρίες όχι μόνο της Καλαβρυτινής καταστροφής αλλά γενικότερα των εγκλημάτων που επιτέλεσε η Βέρμαχτ πανελλαδικά.

Και καταλήγει ότι τελικά στον Μάγερ χρωστάμε ότι ξεκίνησε την επίπονη συζήτηση στο πως φτάσαμε στη φρίκη.

Στη συνέχεια ο κ. Παρούσης αναφερόμενος και αυτός με τη σειρά του στο έργο του τόνισε ότι σε όλα τα βιβλία του ο Μάγερ αναφέρεται σε συγκεκριμένους όρους, όπως «αίμα» και «έγκλημα» μη αφήνοντας έτσι καμία αμφιβολία για το τι ψάχνει κάθε φορά να βρει. Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο ρόλο του Μάγερ στη αντιπαράθεση που ξέσπασε στη Γερμανία από το 1997 και μετά όταν ξεκίνησε δηλαδή ο διάλογος για τα εγκλήματα που επιτέλεσε η Βέρμαχτ. Μέχρι τότε αυτά αποσιωπούνταν επιμελώς.

Στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου δημιουργούνται σωματεία που αποτελούνται από άτομα τα οποία υπηρέτησαν στην Βέρμαχτ και στον αντίποδα αντισωματεία που αντιστέκονται στην αποσιώπηση των πραγματικών γεγονότων που επιχειρείται από τα προηγούμενα. Οι ερωτήσεις που τίθενται από τα κόμματα της Αριστεράς στο γερμανικό κοινοβούλιο και που στην ουσία τους αναφέρονται στην απόδοση δικαιοσύνης και ευθυνών στηρίζονται αποκλειστικά στα ιστορικά γεγονότα που παραθέτει ο Μάγερ στα βιβλία του.

«Δεν γίνεται», κατέληξε ο κ. Παρούσης, «η Γερμανία να αποδέχεται τις ιστορικές τεκμηριώσεις του Χέρμαν Φρανκ Μάγερ και η Ελλάδα να τις αμφισβητεί. Ο Μάγερ ήταν ουσιαστικά άπατρις. Αυτοεξορίστηκε και αποποιήθηκε τα άτομα εκείνα που προσπάθησαν να κάνουν πολιτική καριέρα στο όνομα της ιστορικής έρευνας. Υπήρξε ένας ουμανιστής δημοκράτης του οποίου το έργο αυτονομείται πλέον από τον συγγραφέα».

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μάγερ είχε παραδώσει στο Μουσείο των Καλαβρύτων ολόκληρο το προσωπικό του αρχείο επί του οποίου βάσισε το βιβλίο του, ενώ στην όλη εκδήλωση παρέστησαν και τιμήθηκαν η σύζυγος και τα παιδιά του αείμνηστου Μάγερ.

Εξάλλου η συζήτηση για το έργο του Μάγερ έγινε η αφορμή για μια γενίκευση της συζήτησης περί το Καλαβρυτινό ολοκαύτωμα, μια γενίκευση που με το δικό της τρόπο έθεσε επί τάπητος τα προβλήματα και τους όρους διαχείρισης και πρόσληψης της ιστορικής μνήμης.

Και οι δύο εκδηλώσεις του διημέρου στέφθηκαν από επιτυχία τόσο από την πλευρά του υψηλού επιπέδου των εισηγήσεων και των τοποθετήσεων, καθώς και από τη σκοπιά των ζητημάτων που αναδείχθηκαν ενώ η συμμετοχή του κοινού στο διήμερο υπήρξε χαρακτηριστικά πυκνή.

Τελευταία τροποποίηση στιςΠαρασκευή, 29 Νοεμβρίου 2013 20:02
επιστροφή στην κορυφή

Ο ΔΗΜΟΣ

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ